- υπεραγωγιμότητα
- Φαινόμενο κατά το οποίο πέφτει απότομα στο μηδέν η ηλεκτρική αντίσταση μερικών μετάλλων, όταν οδηγηθούν σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες· η θερμοκρασία στην οποία πραγματοποιείται η πτώση της αντίστασης ενός δεδομένου υλικού καλείται κρίσιμη θερμοκρασία του υλικού αυτού. Το φαινόμενο παρατήρησε για πρώτη φορά ο Κάμερλινγκ Όνες, φτάνοντας τον υδράργυρο σε -269°C (4,16°K).
Τα μέταλλα και τα μεταλλικά κράματα παρουσιάζουν ομαλή μείωση της ηλεκτρικής αντίστασης με τη μείωση της θερμοκρασίας (οι ημιαγωγοί έχουν αντίθετη συμπεριφορά και σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες συμπεριφέρονται ως μονωτικά υλικά) ώσπου να φτάσουν σε οριακή τιμή, που παραμένει σταθερή στις επόμενες μειώσεις της θερμοκρασίας (παραμένουσα αντίσταση). Οι υπεραγωγοί (υδράργυρος, νιόβιο, ταντάλιο, μόλυβδος κλπ.) παρουσιάζουν απότομη πτώση της ηλεκτρικής αντίστασης στο μηδέν σε μια ορισμένη τιμή της κρίσιμης ή μεταβατικής θερμοκρασίας. Στην ίδια θερμοκρασία παρατηρείται επίσης απότομη μεταβολή της ειδικής θερμότητας και άλλων ιδιοτήτων. Οι ενδείξεις αυτές ενισχύουν την υπόθεση του Λαγκεβέν, ο οποίος, βασιζόμενος στο ασυνεχές του φαινομένου, το είχε χαρακτηρίσει πραγματική μεταβολή κατάστασης.
Η υ. είναι δυνατόν να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα της ελκτικής αλληλεπίδρασης που ασκείται στα ζεύγη ηλεκτρονίων εξαιτίας της παλμικής κίνησης, που παρουσιάζουν τα άτομα του μεταλλικού πλέγματος, κατά τη θεωρία των κβάντα, ακόμη και στη θερμοκρασία του απόλυτου μηδενός (δονήσεις στο σημείο του μηδενός· κατά την κλασική θεωρία στο απόλυτο μηδέν θα έπρεπε να επικρατεί απόλυτη ηρεμία). Η έλξη αυτή, σε αρκετά χαμηλές θερμοκρασίες, υπερισχύει της ηλεκτροστατικής απώθησης (Κουλόμπ) μεταξύ ομόσημων φορτίων και προκαλεί ομαδική κίνηση όλων των ηλεκτρονίων, που δεν εμποδίζεται από τη θερμική αναταραχή. Πραγματικά η ενέργεια που απαιτείται για να οδηγηθεί ένα ηλεκτρόνιο σε κατάσταση διέγερσης είναι μεγαλύτερη από εκείνη που μπορούν να δώσουν τα κβάντα δόνησης στις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες.
Για να παρατηρηθεί η επίδραση αυτή (ζεύξη), απαιτείται αρκετά ισχυρή αλληλεπίδραση μεταξύ των παλλόμενων ατόμων και των αγώγιμων ηλεκτρονίων· εξαιτίας της αλληλεπίδρασης αυτής, σε θερμοκρασίες ανώτερες της κρίσιμης, η θερμική αναταραχή προκαλεί αισθητή ηλεκτρική αντίσταση. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το φαινόμενο της υ. παρατηρείται στα μέταλλα που είναι κακοί αγωγοί στη συνηθισμένη θερμοκρασία και αυτό επιβεβαιώνεται σε πολλές περιπτώσεις.
Όταν ένα μέταλλο θερμαίνεται, οι θερμικές δονήσεις των ατόμων εμποδίζουν την κίνηση των ηλεκτρονίων και προκαλούν την εμφάνιση ηλεκτρικής αντίστασης. Το ίδιο αποτέλεσμα πετυχαίνεται αν ο υπεραγωγός εκτεθεί στην επίδραση ενός μαγνητικού πεδίου ικανής έντασης. Το γεγονός αυτό περιορίζει τις δυνατότητες πρακτικής εφαρμογής των υπεραγωγών, δεδομένου ότι η διέλευση ρεύματος σημαντικής έντασης δημιουργεί, με την αυτεπαγωγή, ένα ισχυρό μαγνητικό πεδίο που, με τη σειρά του, προκαλεί αντίσταση.
Οι υπεραγωγοί χρησιμοποιούνται ως «μνήμες» στις υπολογιστικές μηχανές.
* * *η, Νφυσ. σύνολο ιδιοτήτων τις οποίες παρουσιάζουν ορισμένα υλικά, ιδίως μέταλλα και κράματα, σε θερμοκρασίες που πλησιάζουν το απόλυτο μηδέν και εντάσεις πεδίων επαρκώς χαμηλές, και οι οποίες συνίστανται κυρίως στην εκμηδένιση τής ηλεκτρικής αντίστασης τους.[ΕΤΥΜΟΛ. < υπερ-* + αγωγιμότητα].
Dictionary of Greek. 2013.